ψίχα — η 1. το εσωτερικό μέρος του ψωμιού. 2. το ενδοκάρπιο διάφορων ξερών καρπών. 3. το ψίχουλο, το μικρότερο ποσό από ένα σύνολο: Μου δωσε μια ψίχα τυρί … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ψῖχα — ψίξ crumb masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αμυγδαλόψιχα — και μυγδαλόψιχα, η η ψίχα, ο φαγώσιμος καρπός τού αμύγδαλου που βρίσκεται μέσα στο κέλυφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < αμύγδαλο + ψίχα] … Dictionary of Greek
ψιχίτζα — ἡ, Μ [ψίχα] υποκορ. τού ψίχα … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Иоанн VII (константинопольский патриарх) — Патриарх Иоанн VII Ιωάννης Ζ΄ Γραμματικός Миниатюра из Хлудовской псалтири: иконоборец Иоанн Грамматик изображён под ливанским кедром с торчащими дыбом волосами с кошельком и дьяволом … Википедия
Иоанн VII (Патриарх Константинопольский) — В Википедии есть статьи о других людях с именем Иоанн. Патриарх Иоанн VII Πατριάρχης Ιωάννης Ζ΄ … Википедия
Иоанн Грамматик — Патриарх Иоанн VII Ιωάννης Ζ΄ Γραμματικός Миниатюра из Хлудовской псалтири: иконоборец Иоанн Грамматик изображён под ливанским кедром с торчащими дыбом волосами с кошельком и дьяволом … Википедия
έμμητρος — ἔμμητρος, ον (Α) (για φυτό, ξύλο) αυτός που έχει καρδιά, ψίχα … Dictionary of Greek
ήλιος — (Ηelianthus annus). Μονοετές φυτό της οικογένειας των δικοτυλήδονων συνθέτων. Η επιστημονική του ονομασία είναι ηλίανθος ο ετήσιος. Κατάγεται από την Κεντρική Αμερική, αλλά διαδόθηκε και καλλιεργείται σε διάφορες χώρες κυρίως για τον εδώδιμο… … Dictionary of Greek